Μονή Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, Βυθκούκι

Αλβανία

Προτεινόμενοι Προορισμοί:

ΙΣΤΟΡΙΑ

Το Βυθκούκι βρίσκεται είκοσι χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Κορυτσάς και νοτίως της γειτνιάζουσας Μοσχόπολης, σε υψόμετρο 1300 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας. Περιβάλλεται από ψηλά βουνά, τα οποία δημιουργούν ένα πολύ όμορφο και γραφικό φυσικό τοπίο.
Η ιστορία του Βυθκουκίου ξεκινά ήδη από τα βυζαντινά χρόνια. Σύμφωνα με την παράδοση, η ανέγερση του πρώτου ναού, αφιερωμένου στον Άγιο Αθανάσιο, ανάγεται στο έτος 1162. Μετά την εγκαθίδρυση της οθωμανικής κυριαρχίας στη νότια Αλβανία, στα τέλη του 15ου αιώνα, οι νέες εξελίξεις επηρεάζουν το Βυθκούκι. Ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ Β΄ παραχωρεί ως μούλκια (mulk= ιδιοκτησία), στον πρώτο σταυλάρχη και πορθητή της Ψαμαθίας Ηλιάζ Μιραχώρ Εβέλ μπέη, επτά χωριά της περιοχής της Κορυτσάς, ανάμεσα στα οποία και το Βυθκούκι.
Κατά την διάρκεια του 17ου-18ου αιώνα, ο οικισμός έφτασε σε υψηλό οικονομικό και πολιτιστικό επίπεδο, ακολουθώντας την πορεία πολλών γνωστών κέντρων της εποχής, όπως η Μοσχόπολη, η Νικολίτσα, η Σίπισχα (Υπισχία) κ.ά. Σύμφωνα με αναφορές των ιστοριοδιφών του 19ου αιώνα, το Βυθκούκι ήκμαζε παράλληλα με αυτά τα κέντρα και ο πληθυσμός του, κατά την εποχή αυτής της ακμής, ήταν κατανεμημένος σε είκοσι τέσσερις συνοικίες, μεταξύ των οποίων οι συνοικίες Δούκας, Μπόρις, Γκραίκας, Τατάτς, Κοβάτσιας, Ρούσσας κ.ά.
Στα χρόνια του αρχιεπισκόπου Αχριδών Ιωάσαφ εκ Μοσχοπόλεως (1719-1745), σημειώθηκε μεγάλη πολιτιστική και εκπαιδευτική άνθηση. Μαρτυρίες για αυτή την ανάπτυξη δίνουν οι περίτεχνοι ναοί του Βυθκουκίου, οι οποίοι συγκαταλέγονται μεταξύ των πλέον αντιπροσωπευτικών μνημείων της εκκλησιαστικής τέχνης του 18ου αιώνα στα Βαλκάνια. Ο κατάλογος περιλαμβάνει περίπου δεκατέσσερις ναούς και μονές. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η Μονή των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου.

Η Μονή βρίσκεται σ’ έναν λόφο στη βορειοανατολική πλευρά του Βυθκουκίου, δίπλα στα ερείπια της ιστορικής συνοικίας Μπορίσι και στο παρελθόν ανήκε στην εκκλησιαστική επαρχία της Μητρόπολης Καστοριάς. Σύμφωνα με τον κώδικα της Μονής, που δημοσίευσε ο Φιλάρετος Βαφείδης, το μοναστήρι οικοδομήθηκε σταδιακά σε δύο φάσεις.
Η πρώτη φάση οικοδομής της μονής ξεκίνησε το έτος 1709, ύστερα από έκδοση σουλτανικού φιρμανίου και με χρήματα που διέθεσε ο Αθανάσιος Χατζηρημάρας από την συνοικία Μπορίσι του Βυθκουκίου. Πρωτομάστορας στην οικοδομή αναφέρεται ο Θάνε Λένας από την ίδια συνοικία. Το έτος 1710 έγιναν τα εγκαίνια από τον επιχώριο μητροπολίτη Καστοριάς Διονύσιο και τον επίσκοπο Πρεσπών Ιωάσαφ, τον μετέπειτα αρχιεπίσκοπο Αχριδών. Η δεύτερη φάση αρχίζει στα 1759, κατά την ηγουμενία του Νίκου Ταρασίου, με την οικοδόμηση του καθολικού, το οποίο είναι αφιερωμένο στους Αγίους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο. Το καθολικό, ρυθμού βασιλικής με τρούλο, αγιογραφήθηκε το 1763 από τους Κορυτσαίους αδερφούς Κωνσταντίνο και Αθανάσιο και το 1761 φιλοτεχνήθηκε το τέμπλο του ναού.
Στο οικοδομικό συγκρότημα της Μονής περιλαμβάνεται και ο μικρός κοιμητηριακός ναός των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού, ο οποίος ανεγέρθηκε το 1736 και αγιογραφήθηκε το 1750 (18 Μαΐου), επίσης από τους Κορυτσαίους αδερφούς Κωνσταντίνο και Αθανάσιο. Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, ο ναΐσκος οικοδομήθηκε επί ηγουμενίας του Μεθοδίου και με τη χορηγία του πρεσβύτερου, οικονόμου Ιωάννη από την “Αηδονοχώρα”, το σημερινό Αϊδονοχώρι, χωριό που βρίσκεται κοντά στις Σέρρες. Τα έξοδα της αγιογράφησης του ναού, σύμφωνα με την επιγραφή, ανέλαβαν ο άρχοντας Συρόπουλος από το Αϊδονοχώρι και ο Παναγιώτης Ντεσίνας, πρόκριτος από το Βυθκούκι. Το γεγονός ότι οι δύο από τους χορηγούς της ανέγερσης και της ιστόρησης του ναού κατάγονταν από το Αϊδονοχώρι των Σερρών φανερώνει τις εμπορικές συναλλαγές των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής της Μοσχόπολης με την περιοχή των Σερρών.
Από το μοναστηριακό συγκρότημα έχει διασωθεί μέχρι σήμερα το καθολικό των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου και εκτός του τοίχου του περιβόλου της Μονής, ο ναός των Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού. Τα καταλύματα της Μονής καταστράφηκαν, κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν το 1943 το Βυθκούκι πυρπολήθηκε από τους Ιταλούς που εισέβαλαν στο χωριό. Τότε είναι που κάηκαν και τέσσερις από τους εναπομείναντες ναούς του Βυθκουκίου, ο ναός του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Αθανασίου που ήταν και ο αρχαιότερος, του Αγίου Ιωάννου και της Αγίας Παρασκευής.
Μεταξύ των διασωθέντων ναών στο Βυθκούκι συγκαταλέγονται, επίσης ο ναός της Παναγίας του β΄ μισού του 17ου αιώνα, ο ναός του Αγίου Μηνά του 18ου αιώνα, ο ναός της Ευαγγελιστρίας του 18ου αιώνα, ο ναός του Αγίου Γεωργίου του β΄ μισού του 18ου αιώνα, περίοδος που ταυτίζεται και με την επέκταση του οικισμού του Βυθκουκίου, όπου κάθε συνοικία είχε αποκτήσει τον δικό της ναό.

GALLERY


ΧΑΡΤΗΣ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ

Click to listen highlighted text!